
Στις 4 Νοεμβρίου 2019, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αποφάσισε σύμφωνα με το άρθρο 39 του Κανονισμού του Δικαστηρίου να υποδείξει στην ελληνική κυβέρνηση να μεταφέρει δύο ασυνόδευτους ανήλικους αδελφούς σε στέγαση συμβατή με το άρθρο 3 της Σύμβασης και το ειδικό καθεστώς των ανηλίκων.
Οι δύο ασυνόδευτοι ανήλικοι κρατήθηκαν για περίπου 15 ημέρες σε αστυνομικά κρατητήρια σε εφαρμογή της λεγόμενης πολιτικής της “προστατευτικής φύλαξης” των αρχών. Κρατούνται μέχρι σήμερα σε εξευτελιστικές συνθήκες που είναι επιζήμιες για την ψυχική τους υγεία. Παραμένουν σε ένα κελί που είναι εντελώς ακατάλληλο για κράτηση περισσότερο από μερικές ώρες, σε χώρο όπου κρατούνται ενήλικες, συμπεριλαμβανομένων ποινικά κρατουμένων, χωρίς προαυλισμό, φυσικό φως και καθαρό αέρα. Κατά την κράτηση τους δεν έχουν πρόσβαση σε γιατρό και καλή υγιεινή, σε υπαίθριες ή εσωτερικές δραστηριότητες ούτε πρόσβαση στον έξω κόσμο, στερούνται την επικοινωνία με τα μέλη της οικογένειάς τους και δεν τους έχει δοθεί καμία πληροφορία σχετικά με τη διάρκεια του μέτρου της κράτησης τους.
Από την άφιξή τους στην Ελλάδα, οι αρχές δεν έχουν παράσχει στους ανηλίκους την προστασία που προβλέπεται από την εθνική, ευρωπαϊκή και διεθνή νομοθεσία. Οι ανήλικοι είχαν προηγουμένως κρατηθεί για περίπου 12 ημέρες κατά την άφιξή τους και δεν έτυχαν των εκ του νόμου προβλεπόμενων εγγυήσεων κατά τις διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης. Λίγες εβδομάδες μετά την απελευθέρωσή τους από την αρχική κράτησή τους και μετά την εμφάνισή τους ενώπιον των αρμόδιων αρχών ασύλου για να ολοκληρώσουν τις σχετικές με την καταγραφή του αιτήματος τους διαδικασίες και την διαδικασία οικογενειακής επανένωσης, βρέθηκαν εκ νέου κρατούμενοι σε κελί αστυνομικού τμήματος.
Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) επισημαίνει ότι είναι η δεύτερη φορά σε λιγότερο από ένα μήνα και τουλάχιστον η τρίτη φορά φέτος, που το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο υποδεικνύει στις ελληνικές αρχές την μεταφορά ασυνόδευτων ανηλίκων από την κράτηση σε ασφαλές κατάλυμα.
Η απόφαση του Δικαστηρίου για τη χορήγηση ασφαλιστικών μέτρων σε αυτήν την περίπτωση υπογραμμίζει για άλλη μια φορά την παράνομη πρακτική των αρχών να κρατούν τους ασυνόδευτους ανηλίκους σε εξευτελιστικές συνθήκες εφαρμόζοντας την αποκαλούμενη πολιτική “προστατευτικής φύλαξης” καθώς και την έλλειψη αποτελεσματικής πολιτικής προστασίας των ασυνόδευτων παιδιών στην Ελλάδα.
Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) επαναλαμβάνει την αποδοκιμασία της για την ευρεία χρήση της λεγόμενης “προστατευτικής φύλαξης”, και ειδικότερα σε αστυνομικά κρατητήρια, ήτοι χώρους που δεν προορίζονται ούτε για κράτηση ενηλίκων για περισσότερο από μερικές ώρες. Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) σημειώνει ότι η κράτηση δεν είναι η μόνη παραβίαση των δικαιωμάτων των παιδιών προσφύγων στην Ελλάδα. Το ανεπαρκές σύστημα εντοπισμού των ανηλίκων, τα κενά στις διαδικασίες εκτίμησης ανηλικότητας, οι ανεπαρκείς ή απούσες συνθήκες υποδοχής , οι ανεπαρκείς χώροι φιλοξενίας, η έλλειψη ενός αποτελεσματικού συστήματος επιτροπείας για τα ασυνόδευτα παιδιά, η έλλειψη σταθερών εγγυήσεων στη διαδικασία χορήγησης ασύλου και η μη εξασφαλισμένη πρόσβαση στην εκπαίδευση υπονομεύουν περαιτέρω τα δικαιώματά τους και τους στερούν την αποτελεσματική προστασία.
Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) υπογραμμίζει ότι η έλλειψη μίας συνολικής πολιτικής προστασίας των παιδιών προσφύγων δεν απαλλάσσει το κράτος από τις υποχρεώσεις του να διασφαλίζει τα δικαιώματά τους και την προστασία τους.
Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) τονίζει περαιτέρω ότι, εκτός από τους ανωτέρω ανήλικους που εκπροσωπούνται από την οργάνωσή μας, πολλά ακόμη ασυνόδευτα παιδιά παραμένουν σε αστυνομικά κρατητήρια και Προαναχωρησιακά Κέντρα κράτησης υπό παρόμοιες συνθήκες. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης, από τις 30 Σεπτεμβρίου 238 ασυνόδευτα παιδιά βρίσκονταν σε «προστατευτική φύλαξη». Επισημαίνεται δε ότι στο ίδιο αστυνομικό τμήμα που βρίσκονται τα ανήλικα που αφορά η προσφυγή ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, περισσότερα παιδιά παραμένουν υπό κράτηση κατά τη στιγμή της δημοσίευσης αυτής της δήλωσης.