Μια ακόμη αθωωτική απόφαση καταδεικνύει τις δραματικές συνέπειες της ποινικοποίησης των προσφύγων που εισέρχονται στο έδαφος της ΕΕ
Στις 19 Μαΐου 2022, το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Καλαμάτας αθώωσε δύο Σύρους πολίτες για τις σοβαρές κατηγορίες που τους είχαν αποδοθεί κατά την είσοδό τους στην ελληνική επικράτεια. Ειδικότερα, οι πρόσφυγες κατηγορήθηκαν ότι α)ο 1ος κατηγορούμενος, ήταν κυβερνήτης σκάφους που μετέφερε στην Ελλάδα υπηκόους τρίτων χωρών από το εξωτερικό που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στην ελληνική επικράτεια και β) ο 2ος κατηγορούμενος ο οποίος υποστηρίχθηκε από τους δικηγόρους της Υποστήριξης Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA), ήταν συνεργός στη μεταφορά στην Ελλάδα υπηκόων τρίτων χωρών από το εξωτερικό που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στην ελληνική επικράτεια Το Δικαστήριο τους απήλαξε επίσης από την κατηγορία της παράνομης εισόδου στην Ελλάδα. Περαιτέρω, το Δικαστήριο κήρυξε ένοχους τρεις υπηκόους Συρίας που απουσίαζαν από την ακροαματική διαδικασία ,για συνέργεια στη μεταφορά στην Ελλάδα υπηκόων τρίτων χωρών από το εξωτερικό που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στην ελληνική επικράτεια και τους καταδίκασε έκαστο σε 364 χρόνια φυλάκιση και σημαντικά μεγάλο πρόστιμο.
Σοβαρά κενά και παρατυπίες στην προδικαστική και ανακριτική διαδικασία
Η απόφαση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς η ακροαματική διαδικασία ανέδειξε τις σημαντικές παρατυπίες, τα σοβαρά κενά, τις παραλείψεις και τα σφάλματα της προδικαστικής και ανακριτικής διαδικασίας, που είχαν ως αποτέλεσμα, παρά την πλημμελή στοιχειοθέτηση, την άσκηση ποινικής δίωξης και την προφυλάκιση των δύο κατηγορουμένων για ένα έτος καθώς και την καταδίκη των τριών κατηγορουμένων που απουσίαζαν από την ακροαματική διαδικασία. Ειδικότερα, η μη τήρηση των δικονομικών εγγυήσεων κατά την προδικασία και την ανακριτική διαδικασία, η έλλειψη επαρκούς διερμηνείας, οι παρατυπίες στη συλλογή και αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων κτλ. χαρακτήρισαν την ταχύρρυθμη/συνοπτική προανακριτική και ανακριτική διαδικασία που οδήγησε στην ποινική δίωξή τους, διαδικασία η οποία, καταγράφεται συχνά, σε παρόμοιες υποθέσεις τα τελευταία χρόνια, με ολέθριες συνέπειες για τη ζωή πολλών προσφύγων .
Η αθωωτική απόφαση, όπως και άλλες αντίστοιχες,, θα πρέπει να λειτουργήσει ως προηγούμενο προκειμένου να μπει πλέον τέλος σε μια σειρά καταφανών και συστηματικών παραβιάσεων που συντελούνται σε βάρος των ασθενέστερων και στην προκειμένη περίπτωση σε βάρος προσφύγων και συνίστανται σε αποκλίσεις από βασικές αρχές του κράτους δικαίου και την εφαρμογή συνοπτικών διαδικασιών που καταπατούν στοιχειώδεις δικονομικές και ουσιαστικές εγγυήσεις.
Επισημαίνουμε ότι, με κίνδυνο της ζωής τους, οι πρόσφυγες αναγκάζονται να αναζητήσουν το αυτονόητο, δηλαδή ένα ασφαλές καταφύγιο, το άσυλο σε μια Ευρώπη που, επικαλούμενη την ασφάλεια των συνόρων της, αρνείται την προστασία και την ασφαλή πρόσβαση στα εδάφη της, εκθέτοντας χιλιάδες ανθρώπους σε κίνδυνο. Στο πλαίσιο αυτό, οι πρόσφυγες εκλαμβάνονται και αντιμετωπίζονται ως “δράστες” για “παράνομη είσοδο” ή ακόμη και ως “κοινοί εγκληματίες” με βάση διατάξεις περί ευθύνης μεταφορέων, αντιμετωπίζοντας σοβαρές κατηγορίες που συνεπάγονται καταδίκες εκατοντάδων ετών, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ούτε η κατάσταση έκτακτης ανάγκης ή/και οι ιδιαίτερες συνθήκες στις οποίες βρίσκονται και, σε κάθε περίπτωση προβλέπονται από το διεθνές, το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο για την απαλλαγή τους από τα σχετικά αδικήματα και ποινές .
Η περίπτωση του N.S., μονογονεϊκού πατέρα που προφυλακίστηκε επί ένα έτος και αποχωρίστηκε τα δύο ανήλικα παιδιά του
Οι δικηγόροι της RSA υπερασπίστηκαν τον κ. N.S., ο οποίος ήταν ο 2ος κατηγορούμενος στη δίκη και αθωώθηκε από το Δικαστήριο, κατόπιν και απαλλακτικής Εισαγγελικής πρότασης, για το αδίκημα της συνέργειας στη μεταφορά στην Ελλάδα υπηκόων τρίτων χωρών που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στην ελληνική επικράτεια. Ο κ. N.S είναι πρόσφυγας από τη Συρία, ο οποίος έφτασε ως μονογονεϊκός πατέρας με τα δύο ανήλικα παιδιά του (8 και 9 ετών) τα οποία αποχωρίστηκε όταν κατηγορήθηκε από τις ελληνικές αρχές συνεπεία μίας προβληματικής και συνοπτικής προδικασίας ενώ αμφισβητήθηκε ακόμη και η γονεϊκή του ιδιότητα.
Ο κ. N.S. αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Συρία και να καταφύγει στην Τουρκία με τα ανήλικα παιδιά του μετά τον τραγικό θάνατο της πρώτης του συζύγου και μητέρας των παιδιών του από έκρηξη βόμβας κοντά στην πόλη Idlib. Προφανώς, η ζωή και η ελευθερία τους κινδύνευαν λόγω του εμφυλίου πολέμου που μαίνεται και λόγω των πολιτικών πεποιθήσεων που του αποδίδονται, λόγω της άρνησής του να υπηρετήσει ως στρατιώτης στον συριακό στρατό και ταυτόχρονα της άρνησης του να ενταχθεί στις ομάδες της αντιπολίτευσης και να στραφεί είτε στη μία είτε στην άλλη περίπτωση, εναντίον των συμπατριωτών του. Λόγω της έλλειψης αποτελεσματικής προστασίας στην Τουρκία και με τη συνδρομή της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (ΟΗΕ), η οικογένειά του επιλέχθηκε για ένα πρόγραμμα μετεγκατάστασης στον Καναδά χωρίς όμως να ολοκληρωθεί επιτυχώς. Ως εκ τούτου, αποφάσισε να εγκαταλείψει την Τουρκία και να αναζητήσει προστασία σε χώρα της ΕΕ.
Στις 3/5/2021 έφθασε με τα παιδιά του στην Καλαμάτα διασωθέντες από ένα επικείμενο ναυάγιο. Στις 6/5/2021 ο κ. Ν.Σ. συνελήφθη για λόγους που ποτέ δεν κατανόησε, ως κατηγορούμενος για συνέργεια στη μεταφορά προσώπων στην Ελλάδα και στη συνέχεια κρατήθηκε μέχρι την αποφυλάκισή του, μετά την έκδοση αθωωτικής απόφασης.
Ο κ. N.S αιτήθηκε άσυλο στην Ελλάδα, για τον ίδιο και τα παιδιά του. Τα παιδιά αναγνωρίστηκαν ως πρόσφυγες στην Ελλάδα μετά την αρχική του αίτηση, καθώς ο φάκελος διαχωρίστηκε για διαδικαστικούς λόγους, καθώς ήταν κρατούμενος και ο ίδιος εξακολουθεί να είναι αιτών άσυλο περιμένοντας την έκδοση απόφασής στην δική του αίτηση.
Σημειώνεται ότι η αρμόδια Εισαγγελέας Πρωτοδικών Καλαμάτας ενήργησε ως προσωρινός επίτροπος και ανέλαβε τη φροντίδα των ανήλικων τέκνων, λόγω της σύλληψης και κράτησης του κ. N.S και του αναγκαστικού αποχωρισμού τους, σε συνδυασμό με την απουσία άλλου συγγενή στην Ελλάδα για να τα φροντίσει. Τα παιδιά τοποθετήθηκαν σε ανάδοχη οικογένεια και τέθηκαν από τον Εισαγγελέα υπό την προστασία της οργάνωσης “ΜΕΤΑΔΡΑΣΗ – ΔΡΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ».
Όσον αφορά τα ανήλικα παιδιά του, τονίζεται ότι ήταν η πρώτη φορά που αποχωρίστηκαν τον πατέρα τους μετά την τραγική απώλεια της μητέρας τους το 2015. Και οι τρεις τους έχουν αντιμετωπίσει πολλές δύσκολες καταστάσεις όλα αυτά τα χρόνια ως Σύροι πολίτες στην Τουρκία, αλλά ποτέ δεν είχαν βιώσει τον μεταξύ τους αποχωρισμό. Ωστόσο, παρά τις παραπάνω δυσκολίες λόγω της κράτησης του κ. N.S., κατέστη δυνατή η επικοινωνία τους καθ’ όλη τη διάρκεια της προφυλάκισης του, κατόπιν σχετικού αιτήματος του κ. N.S. προς την Εισαγγελέα. Η διασφάλιση του συμφέροντος των ανήλικων παιδιών του και η διατήρηση της καλής ψυχικής τους κατάστασης και φροντίδας ήταν και είναι το κύριο μέλημα του κ. N.S. εξ αρχής και καθ’ όλη την διάρκεια της περιπέτειας του.
Δυνάμει της αθωωτικής απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Καλαμάτας, με την οποία αθωώθηκε από όλες τις σε βάρος του κατηγορίες, ο κ. N.S αποφυλακίστηκε και στη συνέχεια μετέβη στην Αθήνα, όπου διαμένει προσωρινά προκειμένου να προετοιμάσει τις συνθήκες για την επανένωσή με τα παιδιά του. Μέχρι σήμερα δεν του έχει χορηγηθεί κάρτα αιτούντος άσυλο, ούτε έχουν ενεργοποιηθεί οι συνθήκες υποδοχής (στέγη, επίδομα), παρόλο που η ιδιότητά του ως αιτούντος άσυλο έχει διαπιστωθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες προκειμένου να αποφυλακιστεί. Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) συνδράμει τον πατέρα νομικά και ανθρωπιστικά έως ότου εξασφαλιστούν οι συνθήκες υποδοχής από τις αρχές και επιτευχθεί το συντομότερο η επανένωση με τα παιδιά του.
Ο κ. N.S. διώχθηκε ποινικά και τέθηκε σε προφυλάκιση για ένα χρόνο με πλημμελή στοιχεία, ενώ στερήθηκε τα παιδιά του, παρά το γεγονός ότι είχε προσκομίσει από την αρχή όλα τα απαραίτητα έγγραφα που αποδείκνυαν την ταυτότητά του και την προσφυγική του ιδιότητα (έγγραφα προσωρινής προστασίας στην Τουρκία, σχετική αλληλογραφία με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, πιστοποιητικό θανάτου της συζύγου του κ.ά.), ενώ έχει υποβληθεί και σε εξέταση DNA για την επιβεβαίωση της γονικής του ιδιότητας.
Ο κ. N.S. είναι ένα τυπικό θύμα της εφαρμογής των πολιτικών αποτροπής της ΕΕ: η συστηματική και παράνομη ποινικοποίηση των προσφύγων -και συχνά των διασωστών τους- για παράτυπη είσοδο στο έδαφος της ΕΕ, έχει γίνει, σήμερα, ένα εργαλείο που επηρεάζει και καταστρέφει τη ζωή και την ελευθερία πολλών ανθρώπων, οι οποίοι στερούνται συστηματικά τα βασικά τους δικαιώματα και τις εγγυήσεις που προβλέπονται από το κράτος δικαίου, και αποστερούνται την οφειλόμενη προστασία.
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΠΕΙ ΤΕΛΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΠΟΙΝΙΚΟΠΟΊΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΓΙΑ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΕΙΣΟΔΟ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΤΗΣ ΕΕ. ΠΡΟΣΒΑΛΛΕΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΙ ΖΩΕΣ
Η συστηματική επιβολή του μέτρου της διοικητικής κράτησης συνεχίζεται από τις ελληνικές αρχές εν μέσω της κλιμακούμενης πανδημίας του κορωνοϊού, παρά τις κατάφωρες ελλείψεις στην περίθαλψη των κρατουμένων και την πρόληψη υγειονομικών κινδύνων εντός των οκτώ προαναχωρησιακών κέντρων κράτησης (ΠΡΟ.ΚΕ.Κ.Α.) που λειτουργούν στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία που χορηγήθηκαν από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου, στα μέσα Δεκεμβρίου του 2020 2.447 άνθρωποι κρατούνταν σε ΠΡΟ.ΚΕ.Κ.Α., εκ των οποίων 877 στην Κόρινθο, 541 στην Αμυγδαλέζα, 380 στην Κω και 359 στο Παρανέστι Δράμας.
Ωστόσο, το σύνολο του ιατρικού προσωπικού της Ανώνυμης Εταιρείας Μονάδων Υγείας (ΑΕΜΥ), το οποίο δραστηριοποιείται στα κέντρα κράτησης, δεν υπερβαίνει τα 37 άτομα ανά την επικράτεια, εκ των οποίων 8 ιατροί, 2 ψυχίατροι, 24 νοσηλευτές και 3 επισκέπτες υγείας.
Από τα ανωτέρω στοιχεία συνάγεται ότι υπάρχει ένας μόνο ιατρός για 877 κρατούμενους στην Κόρινθο, ένας για 380 στην Κω και ένας για 359 στο Παρανέστι, ενώ σε κανένα από τα ΠΡΟ.ΚΕ.Κ.Α. εκτός Αττικής δεν δραστηριοποιείται ψυχίατρος.
Άκρως ανησυχητικές ελλείψεις παρατηρούνται και στη διασφάλιση της επικοινωνίας των κρατουμένων με το υγειονομικό προσωπικό, καθώς η ΑΕΜΥ απασχολεί μόνο 12 διερμηνείς για το σύνολο του πληθυσμού που κρατείται σε ΠΡΟ.ΚΕ.Κ.Α. Συγκεκριμένα, δεν παρέχεται διερμηνεία στο Παρανέστι, ενώ στα κέντρα της Κω και της Ξάνθης υπάρχει ένας μόνο διερμηνέας αντιστοίχως.
Παρά ταύτα, όπως έχει επισημάνει η RSA, στο πλαίσιο του δικαστικού ελέγχου της κράτησης μέσω της διαδικασίας των αντιρρήσεων, δεν διεξάγεται επαρκής αξιολόγηση των ακατάλληλων συνθηκών διαβίωσης στα κέντρα κράτησης, με τους σχετικούς ισχυρισμούς των αντιλεγόντων να απορρίπτονται συνοπτικά ως αναπόδεικτοι και αβάσιμοι, χωρίς ειδική αιτιολογία, ή να μην εξετάζονται καθόλου από τους δικαστές. Πολλώ μάλλον υπό τις τρέχουσες συνθήκες της πανδημίας του κορωνοϊού, κρίνεται άκρως προβληματική η τάση των διοικητικών πρωτοδικείων είτε να απορρίπτουν ως αναπόδεικτους τους προβαλλόμενους από τους αντιλέγοντες λόγους για τον κινδύνο έκθεσης στον κορωνοϊό σε κέντρα κράτησης, δεδομένων των κατάφωρων ελλείψεων στην υγειονομική κάλυψη των ΠΡΟ.ΚΕ.Κ.Α. και της μόνιμης αδυναμίας των αρχών να λάβουν κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη της πανδημίας, είτε να παραλείπουν πλήρως την εξέτασή τους.
Η συστηματική καταφυγή στο μέτρο της διοικητικής κράτησης όχι μόνο δεν επανεξετάζεται από τις αστυνομικές αρχές, ενόψει των υγειονομικών κινδύνων που επιφέρει η πανδημία του κορωνοϊού και (ενδεικτικά στην περίπτωση της Κω) της έλλειψης προοπτικής απομάκρυνσης προς την Τουρκία λόγω της αναστολής των επανεισδοχών βάσει της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας για αόριστο χρονικό διάστημα, αλλά εντείνεται με την εμφάνιση νέων προβληματικών πρακτικών, όπως η στερούμενη νομικού ερείσματος κράτηση δικαιούχων διεθνούς προστασίας, κατ’επίκληση λόγων δημόσιας τάξης.
«Σε συνέχεια της από 2 Οκτωβρίου 2020 έκθεσης δράσης (Action Report) της ελληνικής κυβέρνησης προς την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, με την οποία οι ελληνικές αρχές αιτούνται την περάτωση της εποπτείας της συμμόρφωσης της χώρας με τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) στην S.D. κατά Ελλάδος και σε άλλες υποθέσεις σχετικά με τις απαιτήσεις του άρθρου 5, παρ. 4 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA), μαζί με το Ίδρυμα PRO ASYL, κατέθεσαν στις 20 Οκτωβρίου 2020 υπόμνημα στην Επιτροπή Υπουργών, επισημαίνοντας, μεταξύ άλλων, τις σοβαρές παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων που εξακολουθούν να παρατηρούνται στο πλαίσιο της συστηματικής επιβολής του μέτρου της διοικητικής κράτησης των αιτούντων άσυλο και την αναποτελεσματικότητα του ένδικου βοηθήματος των «αντιρρήσεων» ενώπιον των αρμοδίων διοικητικών πρωτοδικείων ως μέσου ελέγχου της νομιμότητας αυτής.
Στο παρόν συνοψίζονται οι παρατηρήσεις της RSA επί της επίκαιρης νομολογίας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων σχετικά με τον έλεγχο της κράτησης στο πλαίσιο της διαδικασίας των αντιρρήσεων, με βάση τις υποθέσεις που έχει υποστηρίξει η οργάνωση κατά τη διάρκεια του έτους 2020.»