Στις 23 Σεπτεμβρίου 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε πανηγυρικά το Νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου ως ένα «νέο ξεκίνημα για τη μετανάστευση» με βάση την «οικοδόμηση εμπιστοσύνης και επίτευξη νέας ισορροπίας μεταξύ ευθύνης και αλληλεγγύης»[1] και σε αυτό το πλαίσιο κατέθεσε δέσμη νομοθετικών προτάσεων και δη, Αναθεωρημένη Πρόταση Κανονισμού για την ενιαία διαδικασία διεθνούς προστασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση,[2]Πρόταση Κανονισμού για τη θέσπιση ελέγχου (screening) των υπηκόων τρίτων χωρών στα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ),[3] Πρόταση Κανονισμού για τη διαχείριση καταστάσεων κρίσης και ανωτέρας βίας στον τομέα της μετανάστευσης και του ασύλου,[4] και Πρόταση Κανονισμού για τη διαχείριση του ασύλου και της μετανάστευσης[5] αφού απέσυρε την από 4 Μαΐου 2016 πρόταση αναδιατύπωσης του Κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ».[6]
Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) δημοσιεύει σήμερα τις αναλυτικές παρατηρήσεις της επί της ανωτέρω δέσμης νομοθετικών πρωτοβουλιών:
- Παρατηρήσεις επί της Αναθεωρημένης Πρότασης Κανονισμού για τις διαδικασίες ασύλου
- Παρατηρήσεις επί της Πρότασης Κανονισμού για τη διαχείριση του ασύλου και της μετανάστευσης
- Παρατηρήσεις επί της Πρότασης Κανονισμού για τον έλεγχο στα εξωτερικά σύνορα
- Παρατηρήσεις επί της Πρότασης Κανονισμού για τη διαχείριση κρίσεων στον τομέα της μετανάστευσης και του ασύλου
Οι Προτάσεις της Επιτροπής διαψεύδουν μετά πολλών επαίνων τις εξαγγελίες τόσο ως προς το «νέο ξεκίνημα για τη μετανάστευση» όσο και ως προς την «οικοδόμηση εμπιστοσύνης και επίτευξη νέας ισορροπίας μεταξύ ευθύνης και αλληλεγγύης» των κρατών μελών, ενώ εγείρουν σοβαρούς προβληματισμούς για κρίσιμα νομικά και πολιτικά ζητήματα. Συγκεκριμένα:
- Το δήθεν «νέο ξεκίνημα» σφραγίζεται από το παλιό, προβληματικό και αποδεδειγμένα αποτυχημένο σύστημα του Δουβλίνου, το οποίο παραμένει προτεραιότητα και διατηρείται ουσιαστικά ακέραιο στη σχετική Πρόταση Κανονισμού, παρά τις εγγενείς του αδυναμίες και ανισότητες, τις παραβιάσεις δικαιωμάτων αλλά και τις διαπιστωμένες ανεπάρκειες και τα σοβαρά προβλήματα που παρατηρούνται σταθερά και ήδη από την έναρξη εφαρμογής του στην Ευρώπη το 1997. Μόνη καινοτομία, η απουσία αναφοράς του Δουβλίνου στον τίτλο της Πρότασης Κανονισμού η οποία βαπτίζεται ως Πρόταση για την «διαχείριση του ασύλου και της μετανάστευσης», στην ουσία της, ωστόσο, αναγορεύει το σύστημα του Δουβλίνου ως το βασικό της πλαίσιο και τον κεντρικό μηχανισμό της.
- Καμία ουσιαστική καινοτομία ή αναβάθμιση δεν θεσμοθετείται σε ό,τι αφορά την αλληλεγγύη μεταξύ κρατών μελών, η οποία προβλέπεται μόνο κατ’ επίφαση: Από το πνεύμα και τη δομή της σχετικής Πρότασης Κανονισμού συνάγεται η έλλειψη πρόθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να εισαγάγει τον επιμερισμό της ευθύνης και την αλληλεγγύη ως αναπόσπαστα μέρη του μηχανισμού καθορισμού της ευθύνης των ευρωπαϊκών χωρών. Οι διατάξεις που αφορούν την αλληλεγγύη μεταξύ κρατών μελών διακρίνονται από πολύπλοκες και ιδιαίτερα γραφειοκρατικές διαδικασίες, περιορίζονται σε καθορισμένες περιπτώσεις έρευνας και διάσωσης και «μεταναστευτικής πίεσης»,[7] ενώ τα σχετικά μέτρα δεν προβλέπονται με σαφήνεια και κυρίως με όρους δεσμευτικότητας,[8] καθιστώντας, αναπόφευκτα, τις προτεινόμενες διατάξεις, κενό γράμμα.
- Προβληματική και με σοβαρά ζητήματα νομιμότητας η ενιαία διαδικασία συνόρων, η οποία αποτελεί τη βάση της δέσμης των νομοθετικών προτάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής[9] και χαρακτηρίζεται από τον δραματικό περιορισμό θεμελιωδών δικαιωμάτων και εγγυήσεων για τους νεοεισερχόμενους αιτούντες, στο όνομα μιας «ταχείας και αποτελεσματικής εξέτασης», αλλά κυρίως της προετοιμασίας της επιστροφής τους. Η πρόβλεψη, δε, πρόσθετου διαδικαστικού σταδίου στα εξωτερικά σύνορα για την «εισαγωγή» των νεοεισερχομένων στην προστασία της διαδικασίας ασύλου, καταδεικνύει την απόπειρα θεσμικής εδραίωσης του περιορισμού ή/και αποκλεισμού τους από την προστασία. Θεσμοθετείται, στην ουσία, ακόμα ένα καθεστώς εξαίρεσης από εγγυήσεις και δικαιώματα, κατά ευθεία παραβίαση του διεθνούς και ενωσιακού δικαίου.[10]
- Η ενίσχυση της διαδικασίας συνόρων όπως εισάγεται στη δέσμη Προτάσεων, ως υποχρεωτικό, συστηματικό και διαρκέστερο στάδιο των ευρωπαϊκών συστημάτων ασύλου, το οποίο επιτρέπει συρρίκνωση εγγυήσεων και δικαιωμάτων, αποτελεί κωδικοποίηση και περαιτέρω εδραίωση της προβληματικής και αποτυχημένης διαχειριστικής προσέγγισης της ΕΕ μέχρι σήμερα, η οποία έχει οδηγήσει σε χρόνιο μαζικό εγκλωβισμό ανθρώπων υπό απάνθρωπες συνθήκες στα σημεία εισόδου, ιδίως στα ελληνικά νησιά, καθώς και σε σταθερή αποδόμηση των δικονομικών εγγυήσεων και της ποιότητας της διαδικασίας ασύλου, με κρίσιμες συνέπειες για τα θεμελιώδη δικαιώματα των προσφύγων και για τη λειτουργικότητα της ελληνικής διοίκησης.[11] Η θέσπιση της καλούμενης διαδικασίας «προ της εισόδου», της οποίας η θεσμοθέτηση προβλέπεται τόσο στην Πρόταση Κανονισμού για τον έλεγχο στα σύνορα όσο και στην Αναθεωρημένη Πρόταση Κανονισμού για τις διαδικασίες ασύλου, δημιουργεί ένα επιπλέον ασαφές και επικίνδυνο καθεστώς εξαίρεσης από βασικές εγγυήσεις και δικαιώματα για τους νεοεισερχομένους στα σύνορα. Επί τη βάσει, δε, της, ούτως ή άλλως, προβληματικής έννοιας της «πλασματικής εισόδου», προβλέπονται, μεταξύ άλλων, ανεπίτρεπτοι περιορισμοί βασικών δικαιωμάτων των αιτούντων άσυλο,[12] όπως η άμεση πρόσβασή τους στη διαδικασία ασύλου, σε συνθήκες υποδοχής, σε αποτελεσματική προσφυγή[13] αλλά και περαιτέρω περιορισμοί ή και στέρηση της ελευθερίας τους και εν τέλει περιορισμοί στο δικαίωμα παραμονής τους στη χώρα ενόσω διαρκεί η εξέταση του αιτήματος ασύλου τους, ήτοι στην προστασία τους από επαναπροώθηση. Είναι, δε, βέβαιο ότι οι προτεινόμενες ρυθμίσεις θα επιτείνουν τις κατάφωρες παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων που έχει επιφέρει η υλοποίηση των hotspots ως ευρωπαϊκής προσέγγισης της διαχείρισης των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών στην Ελλάδα, ιδίως με την καθιέρωση δυσανάλογα στενών προθεσμιών και υπέρμετρων εμποδίων, έως και απαγορεύσεων, στην άσκηση των ένδικων βοηθημάτων και μέσων.[14]
- Ανεπαρκής, ατελής και εν τέλει κατ’ επίφαση η πρόβλεψη για τη δημιουργία μηχανισμού εποπτείας της τήρησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων στα σύνορα, μηχανισμός ο οποίος, χωρίς δεσμευτικό πλαίσιο εγγυήσεων, επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών. Ουδόλως, δε, συμβαδίζει η «ελαστική» αυτή εισαγωγή της ρύθμισης με τις προϋποθέσεις εναρμόνισης για την υιοθέτηση Κανονισμών άμεσης εφαρμογής και μάλιστα σε ένα τόσο σοβαρό και ευαίσθητο πεδίο, κατ’ εξοχήν επιδεκτικό καταστρατηγήσεων.
- Επικίνδυνη, ανεπίτρεπτη και αναιτιολόγητη θεσμοθέτηση διευρυμένων καθεστώτων παρέκκλισης από διατάξεις του ενωσιακού κεκτημένου, που αφορούν επιπλέον εκπτώσεις από εγγυήσεις και δικαιώματα για τους νεοεισερχόμενους αιτούντες άσυλο, προβλέπει και η Πρόταση Κανονισμού για τη διαχείριση καταστάσεων κρίσης και ανωτέρας βίας στον τομέα της μετανάστευσης και του ασύλου. Πέραν της ιδιαίτερης ασάφειας που διαπνέει τα εμφανώς επικαλυπτόμενα καθεστώτα παρέκκλισης στις προτεινόμενες διατάξεις, επισημαίνεται ο ισχυρός κίνδυνος καταχρηστικής ερμηνείας των διατάξεων της Πρότασης Κανονισμού για την εξυπηρέτηση πολιτικών, οι οποίες προβαίνουν σε παραβιάσεις θεμελιωδών αρχών του κεκτημένου για το άσυλο, η εφαρμογή της, δε, θα επιφέρει την περαιτέρω επιδείνωση του μαζικού εγκλωβισμού ανθρώπων στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ. Η χορήγηση «άμεσης προστασίας», που προβλέπεται από την Πρόταση είναι η μόνη αναγκαία ρύθμιση η οποία, σε συνδυασμό με την ενεργοποίηση της αλληλεγγύης και του επιμερισμού των ευθυνών με εφαρμογή και της μετεγκατάστασης, μπορεί να δώσει ικανοποιητικές και σύννομες λύσεις σε όλες τις έκτακτες περιστάσεις που τυχόν προυσιαστούν.
- Πλέον των ρυθμίσεων για τις διαδικασίες συνόρων, οι διατάξεις που εισάγονται με την Πρόταση Κανονισμού για τις διαδικασίες ασύλου αποτελούννομοθετική οπισθοδρόμηση από το ισχύον ενωσιακό κεκτημένο ως προς βασικά εχέγγυα όπως, οι διαδικαστικές εγγυήσεις στη διαδικασία ασύλου, η προστασία από την επαναπροώθηση και το δικαίωμα στην πραγματική προσφυγή. Η προτεινόμενη, δε, διαδικασία ασύλου με τους επιβαλλόμενους περιορισμούς σε θεμελιώδη δικαιώματα των αιτούντων – με διεύρυνση των λόγων υπαγωγής στην ταχύρρυθμη διαδικασία, με εισαγωγή «τεκμηρίου αβασιμότητας» των αιτήσεων, με εξαιρέσεις και αιρέσεις στο δικαίωμα προσφυγής και στον ανασταλτικό χαρακτήρα τους – εγείρει σοβαρά ζητήματα συμβατότητας με το διεθνές δίκαιο και το ενωσιακό κεκτημένο αλλά και προσκρούει σε συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα, όπως η παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια.[15]
Καταληκτικά, το Νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου και η προτεινόμενη στο πλαίσιό του δέσμη νομοθετικών προτάσεων, αποτελούν παλιές «συνταγές» με επικίνδυνα υλικά. Θεσμοθετούν παρεκκλίσεις από τη νομιμότητα και υπονομεύουν σοβαρά το κράτος δικαίου και τα δικαιώματα των προσφύγων. Επιβάλλεται η επανεξέταση, αναθεώρηση αλλά και απόρριψη, αναλόγως, των προτεινόμενων ρυθμίσεων, προκειμένου να αποκατασταθεί η νομιμότητα εν σχέσει με το διεθνές και ενωσιακό κεκτημένο και να διασφαλισθεί η λειτουργικότητα των διαδικασιών, η ισορροπία και η αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών και κυρίως η μεταχείριση των προσφύγων και μεταναστών με όρους ισονομίας και κράτους δικαίου, οι οποίοι έχουν σοβαρά παραβιασθεί.
Σημειώσεις
- Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «Νέο ξεκίνημα για τη μετανάστευση: Οικοδόμηση εμπιστοσύνης και επίτευξη νέας ισορροπίας μεταξύ ευθύνης και αλληλεγγύης», 23 Σεπτεμβρίου 2020, διαθέσιμο στο: . ↑
- Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Amended proposal for [an Asylum Procedures Regulation] (εφεξής «Αν. Προτ. Κανονισμού για τις διαδικασίες ασύλου»), COM(2020) 611, 23 Σεπτεμβρίου 2020. ↑
- Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Proposal for a Regulation of the European Parliament and of the Council introducing a screening of third country nationals at the external borders, COM(2020) 612, 23 Σεπτεμβρίου 2020. ↑
- Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Proposal for a Regulation of the European Parliament and of the Council addressing situations of crisis and force majeure in the field of migration and asylum, COM(2020) 613, 23 Σεπτεμβρίου 2020. ↑
- Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Proposal for a Regulation of the European Parliament and of the Council on asylum and migration management, COM(2020) 610, 23 Σεπτεμβρίου 2020. ↑
- Κανονισμός (ΕΕ) 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Proposal for a [Dublin IV Regulation], COM(2016) 270, 4 Μαΐου 2016. ↑
- Άρθρα 45 επ. Προτ. Κανονισμού για τη διαχείριση του ασύλου και της μετανάστευσης. ↑
- RSA, Παρατηρήσεις επί της Πρότασης Κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη διαχείριση του ασύλου και της μετανάστευσης, Οκτώβριος 2020. ↑
- Αιτιολογικές σκέψεις 40-40α Προτ. Κανονισμού για τις διαδικασίες ασύλου. Βλ. επίσης Ευρωπαϊκή Επιτροπή, New Pact on Migration and Asylum,COM(2020) 609, 23 Σεπτεμβρίου 2020, 4. ↑
- Άρθρα 8-11 Οδηγίας για την υποδοχή, τα οποία ισχύουν από την έκφραση βούλησης του νεοεισερχομένου να ζητήσει διεθνή προστασία: Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), C-36/20 VL κατά Ministerio Fiscal, 25 Ιουνίου 2020, σκ. 104-113. ↑
- Βλ. RSA & Stiftung PRO ASYL, Submission in the M.S.S. [Group] and Rahimi cases, Ιούλιος 2020, διαθέσιμο στο: . ↑
- Αιτιολογική σκέψη 16 Προτ. Κανονισμού για τον έλεγχο στα εξωτερικά σύνορα. ↑
- Προτ. Κανονισμού για τον έλεγχο στα εξωτερικά σύνορα, Αιτιολογική έκθεση, 5, στην οποία αναφέρεται ότι η καταγραφή της αίτησης και οι διατάξεις της Οδηγίας για την υποδοχή πρέπει να εφαρμόζονται μετά το πέρας του ελέγχου. ↑
- RSA, Παρατηρήσεις επί της Πρότασης Κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον έλεγχο στα εξωτερικά σύνορα, Οκτώβριος 2020. ↑
- Άρθρο 20, παρ. 1 Σ. ↑