- Σύμφωνα με το αρ. 87, παρ. 1 και 5 Ν 4636/2019, εκδίδεται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Μετανάστευσης και Ασύλου και Εξωτερικών, εθνικός κατάλογος «ασφαλών χωρών καταγωγής», βάσει του οποίου εφαρμόζεται η έννοια της «ασφαλούς χώρας καταγωγής» ως λόγος επιβολής της ταχύρρυθμης διαδικασίας ασύλου και τεκμήριο αβασιμότητας της αίτησης ασύλου. Ο εν ισχύ κατάλογος καταρτίστηκε με την ΚΥΑ 1302/2019 και καθορίζει δώδεκα κράτη ως ασφαλείς χώρες καταγωγής.
- Η έννοια της «ασφαλούς χώρας καταγωγής», επί της αρχής, εγείρει σοβαρά προβλήματα ως προς την πρόσβαση των προσφύγων στη διεθνή προστασία, εφόσον η χρήση της ως τεκμηρίου στη διαδικασία ασύλου υπονομεύει την επιτασσόμενη από το εθνικό και ενωσιακό δίκαιο[1]αντικειμενική και εξατομικευμένη εξέταση των αιτήσεων ασύλου και την αρχή της μη διάκρισης των προσφύγων για λόγους εθνικότητας, σύμφωνα με το αρ. 3 της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Η εφαρμογή της εν λόγω έννοιας συνεπάγεται διακριτική μεταχείριση υπό τη μορφή μείωσης των διαδικαστικών εγγυήσεων που παρέχονται στους αιτούντες, ήτοι πρόδηλη αβασιμότητα, στενότερες προθεσμίες κατάθεσης προσφυγής, εξαίρεση από το ανασταλτικό αποτέλεσμα της προσφυγής, συζήτηση της προσφυγής σε μονομελή σύνθεση.[2]
- Κατά το αρ. 87, παρ. 5, εδ. 3 Ν 4636/2019, καθίσταται υποχρεωτική η επανεξέταση του καθορισμού των ασφαλών χωρών καταγωγής τον Νοέμβριο κάθε έτους. Οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να προβούν σε εκ νέου αξιολόγηση της συνδρομής των κριτηρίων των παρ. 3 και 4 του εν λόγω άρθρου στην περίπτωση των χωρών που περιλαμβάνονται στον εθνικό κατάλογο, με βάση «επίκαιρα» στοιχεία έγκυρων πηγών όπως επίσημες διπλωματικές αρχές της αλλοδαπής. Επισφαλής, ωστόσο, καταγράφεται και αυτή η διαδικασία, καθώς, στον εν λόγω κατάλογο περιλαμβάνονται χώρες, στις οποίες με βάση τα προς επίκληση δεδομένα και δη, επίκαιρες εκθέσεις διπλωματικών αρχών και διεθνών οργανισμών καθώς και δημοσιευμένα στοιχεία, βάσει των οποίων τεκμηριώνονται σοβαρές παραβιάσεις δικαιωμάτων του ανθρώπου σε βαθμό που να θεμελιώνονται βάσιμα φόβοι που δικαιολογούν διεθνή προστασία.
- Στο πλαίσιο της παροχής νομικής συνδρομής σε αιτούντες άσυλο κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους, η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) υποστήριξε υποθέσεις πολιτών χωρών, οι οποίες περιλαμβάνονται στον ανωτέρω κατάλογο και διαπίστωσε σοβαρά ζητήματα που αφορούν την αναιτιολόγητη συμπερίληψη χωρών σε αυτόν ακόμα και σύμφωνα με τα τεθέντα ως άνω κριτήρια του αρ. 87 Ν 4636/2019. Ενδεικτικά, αναφέρουμε την περίπτωση του Τόγκο, στην οποία καταδεικνύεται τόσο από επίκαιρες εκθέσεις διπλωματικών αρχών και διεθνών οργανισμών όσο και από τη διοικητική πρακτική η ύπαρξη συνθηκών, βάσει των οποίων θεμελιώνεται βάσιμος φόβος δίωξης στη χώρα.
- Συγκεκριμένα, ο κίνδυνος δίωξης πολιτικών αντιφρονούντων, ο οποίος αναγνωρίζεται ρητώς και εκτενώς στη νομολογία του Αρείου Πάγου,[3]εξακολουθεί να παρατηρείται στο Τόγκο σύμφωνα με επίκαιρες εκθέσεις η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών κατά των Βασανιστηρίων (UNCAT) εξέφρασε τον Αύγουστο του 2019 την ανησυχία της σχετικά με ισχυρισμούς βασανιστηρίων, ιδίως στους χώρους κράτησης της αστυνομίας και της χωροφυλακής. Οι παρατηρήσεις της Επιτροπής υπογραμμίζουν ισχυρισμούς βασανιστηρίων και κακομεταχείρισης προσώπων συλληφθέντων λόγω συμμετοχής σε διαδηλώσεις ή υποστήριξης της αντιπολίτευσης.[4] Οι ανωτέρω ισχυρισμοί καταγράφονται από επίκαιρη έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, στην οποία γίνεται αναφορά και σε αυθαίρετη κράτηση διοργανωτών διαδηλώσεων ή συντεντεύξεων Τύπου,[5]καθώς και από πρόσφατη απόφαση της 4ης Ανεξάρτητης Επιτροπής Προσφυγών.[6] Οι δε ισχυρισμοί περί περιορισμού του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης και του συνέρχεσθαι και η άσκηση βίας κατά διαδηλωτών από τις αρχές γίνονται δεκτοί από πρόσφατη απόφαση του Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου (ΠΓΑ) Λέσβου.[7]
- Όσον αφορά το φόβο δίωξης για λόγους σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, σύμφωνα με επίκαιρη έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, οι σχέσεις μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου συνιστούν ποινικό αδίκημα, διωκόμενο με ποινή μονοετούς έως τριετούς φυλάκισης και με πρόστιμο, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του Τόγκο. Καίτοι οι ποινικές διατάξεις δεν έχουν τύχει πρόσφατης εφαρμογής, καταγράφονται συλλήψεις ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, ενώ τα εν λόγω άτομα αντιμετωπίζουν διακριτική μεταχείριση όσον αφορά την πρόσβασή τους στην απασχόληση, τη στέγαση, την παιδεία και την υγεία.[8] Σύμφωνα με την κρίση της 4ης Ανεξάρτητης Επιτροπής Προσφυγών, σε πρόσφατη απόφαση με την οποία χορήγησε προσφυγικό καθεστώς σε υπήκοο του Τόγκο για λόγους δίωξης συνδεδεμένης με τη συμμετοχή σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα:
«[Η] κατάσταση για τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα έχει επιδεινωθεί… Από το 2011, πολλά άτομα έχουν αυθαίρετα κρατηθεί στο Τόγκο, λόγω του πραγματικού ή αντιληπτού σεξουαλικού τους προσανατολισμού ή της ταυτότητάς τους. Οι ακτιβιστές ανέφεραν ότι η βία κατά των ΛΟΑΤΚΙ είναι συχνή αλλά η αστυνομία αγνοεί τις καταγγελίες τους.»[9] - Συνάγεται από τα ανωτέρω ότι ο τόσο από το νομοθετικό πλαίσιο της χώρας και την εφαρμογή αυτού, την τήρηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του αρ. 3 ΕΣΔΑ στο οποίο δεν χωρεί παρέκκλιση δυνάμει του αρ. 15, παρ. 2 ΕΣΔΑ, όσο και από την αναποτελεσματικότητα των μηχανισμών προσφυγής κατά παραβιάσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων, κατά την έννοια των περ. α΄ και δ΄ του αρ. 87, παρ. 4 Ν 4636/2019, προκύπτει κίνδυνος δίωξης εις βάρος των υπηκόων του Τόγκο, μεταξύ άλλων, για λόγους πολιτικής πεποίθησης και για λόγους σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου.
- Συνηγορεί, δε, κατά του καθορισμού του Τόγκο ως ασφαλούς χώρας καταγωγής η διοικητική πρακτική της Υπηρεσίας Ασύλου. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2020, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε 35 αποφάσεις σε πρώτο βαθμό επί αιτήσεων υπηκόων του Τόγκο, εκ των οποίων 10 (28,6%) χορήγησαν προσφυγικό καθεστώς. Το σημαντικό ποσοστό αναγνώρισης των αιτήσεων που αφορούν το Τόγκο επιβεβαιώνει τη μη συνδρομή των κριτηρίων του αρ. 87 Ν 4636/2019 στην περίπτωση της εν λόγω χώρας.
- Με βάση τα ανωτέρω εκτεθέντα, στο πλαίσιο της επικείμενης επανεξέτασης του καταλόγου «ασφαλών χωρών καταγωγής», κρίνεται απαραίτητη μία σε βάθος επανεξέταση της συμβατότητας της έννοιας της «ασφαλούς χώρας καταγωγής» με την υποχρέωση της Έλλαδας να διασφαλίσει την εξατομικευμένη, δίκαιη και αντικειμενική εξέταση των αιτήσεων ασύλου, καθώς και της σκοπιμότητας αυτής στη διαδικασία. Προσέτι, επιβάλλεται επιτακτικά η διαγραφή από τον κατάλογο χωρών, για τις οποίες, σύμφωνα με επίκαιρες και έγκυρες πηγές, δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του αρ. 87, παρ. 3 Ν 4636/2019.
Σημειώσεις
- Άρθρα 4, παρ. 3 και 74, παρ. 3 Ν 4636/2019, άρθρο 4, παρ. 3 Οδηγίας 2011/95/ΕΕ για την αναγνώριση, άρθρο 10, παρ. 3, περ. α΄ Οδηγίας 2013/32/ΕΕ για τις διαδικασίες ασύλου. ↑
- Άρθρο 5, παρ. 7, περ. β΄ και δ΄ Ν 4375/2016, άρθρο 104, παρ. 2 Ν 4636/2019. ↑
- ΑΠ Ποιν 310/2015. ↑
- UNCAT, Concluding observations on the third periodic report of Togo, CAT/C/TGO/CO/3, 27 Αυγούστου, σκέψη 22, διαθέσιμο στο: . ↑
- US Department of State, Country Report on Human Rights Practices 2019 – Togo, Μάρτιος 2020, 3, 6, διαθέσιμο στο: . ↑
- 4η ΕπΠροσ 12645/2020, σ. 9. ↑
- ΠΓΑ Λέσβου 23106/2020. ↑
- US Department of State, Country Report on Human Rights Practices 2019 – Togo, Μάρτιος 2020, 18, διαθέσιμο στο: . ↑
- 4η ΕπΠροσ 12645/2020, σ. 10. ↑