Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου (CEAS): «Οι παραβιάσεις θεμελιωδών αρχών του δικαίου θα γίνουν η νέα κανονικότητα»
Η Ευρωπαϊκή Ένωση σκοπεύει να αυστηροποιήσει, για μια φορά ακόμη, τους κανόνες για τις διαδικασίες ασύλου ενώ οι χώρες που βρίσκονται στα σύνορα θα εξακολουθούν να έχουν τη βασική ευθύνη. Ο Μίνως Μουζουράκης, νομικός σύμβουλος και υπεύθυνος προάσπισης δικαιωμάτων στην Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA), σε συνέντευξή του στη γερμανική οργάνωση PRO ASYL, εξηγεί ποιες θα είναι συνέπειες από τη μεταρρύθμιση του «Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου».
Αν δεν μπορείτε να ενεργοποιήσετε τους ελληνικούς υπότιτλους, δείτε το στο YouTube
Θα μπορούσατε να περιγράψετε την κατάσταση στην Ελλάδα;
Βλέπουμε την Ελλάδα ως μια μορφή «προπομπού» για τα ευρωπαϊκά σχέδια ως προς τις διαδικασίες συνόρων. Η Ελλάδα δεσμεύεται από τους ίδιους κανόνες που ισχύουν για τη Γερμανία και τις υπόλοιπες χώρες. Σε γενικές γραμμές, τα τελευταία χρόνια είχαμε μια σειρά σοβαρών παραβιάσεων του δικαιώματος στο άσυλο, μέσω διαδοχικών μεταρρυθμίσεων και κακών πρακτικών, ιδίως μετά τη συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας. Δυστυχώς, η παρακαταθήκη αυτών των πολιτικών συντελεί ακριβώς σε μια προσπάθεια κωδικοποίησής τους στη νομοθεσία της ΕΕ για το μέλλον. Έτσι, οι παραβιάσεις θεμελιωδών αρχών του δικαίου θα γίνουν η νέα κανονικότητα, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Και όταν καθιερωθούν αυτά τα νέα σχέδια, για παράδειγμα όσον αφορά την «πλασματική είσοδο», τί είναι αυτό που θα αλλάξει στην Ελλάδα με το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου;
Το αποτέλεσμα αυτής της μεταρρύθμισης θα είναι μια οπισθοδρόμηση των ελάχιστων προδιαγραφών στα σύνορα και η αποσάθρωση της προστασίας για την Ελλάδα.
Κάτι τέτοιο θα επιφέρει επίσης μια σειρά από αλλαγές, συμπεριλαμβανομένης της λεγόμενης «πλασματικής εισόδου» που εφαρμόζεται στις συνοριακές περιοχές και στα νησιά, θεωρώντας νομικά ότι οι άνθρωποι δεν βρίσκονται σε ελληνικό έδαφος. Αυτό είναι κάτι που η Γερμανία γνωρίζει πολύ καλά μέσω της διαδικασίας που εφαρμόζονται στα αεροδρόμιά της. Από εκεί είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ότι ο μόνος τρόπος για να συμβεί κάτι τέτοιο ως πλάσμα δικαίου είναι μέσω της μαζικής στέρησης της ελευθερίας των αιτούντων άσυλο.
Αν αυτό συνέβαινε στα ελληνικά νησιά, η ήδη δυσχερής κατάσταση που επικρατεί εκεί, θα γινόταν πραγματικά εκρηκτική.
Αναφέρατε ότι η δυνατότητα υποβολής αίτησης ασύλου θα μπορούσε να αλλάξει στην Ελλάδα, και ιδίως στα νησιά. Πώς είναι η κατάσταση αυτή τη στιγμή;
Αυτές είναι κάποιες αλλαγές στις μεταρρυθμίσεις του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου που είναι πιο ασαφείς και έχουν σίγουρα συζητηθεί λιγότερο. Μία από τις κομβικές αλλαγές που έχει προτείνει το Συμβούλιο είναι ο περιορισμός στην πρόσβαση στο σύστημα ασύλου με την «υποβολή» αίτησης, με την οποία εκφράζεται η βούληση να λάβει κάποιος/α προστασία από την ΕΕ. Προς το παρόν, είναι αρκετά σαφές από το διεθνές δίκαιο και από τη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ ότι αυτό δεν υπόκειται σε περιορισμούς ή διατυπώσεις.
Ένα άτομο μπορεί να πει «χρειάζομαι προστασία» ή να δείξει ότι χρειάζεται προστασία και να αποκτήσει έτσι το καθεστώς του αιτούντος άσυλο μέχρι να εξεταστεί στην πράξη η αίτησή του. Αυτό που θέλουν να κάνουν τα κράτη μέλη είναι να περιορίσουν τη δυνατότητα υποβολής αίτησης προστασίας, να γίνεται μόνο αυτοπροσώπως και μόνο ενώπιον καθορισμένων αρχών. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε, σε ένα μελλοντικό σενάριο, ότι αν κάποιος/α διασχίσει τα χερσαία σύνορα, πλησιάσει έναν αξιωματικό του Ελληνικού Στρατού και του πει ότι χρειάζεται προστασία, αυτό δεν θα θεωρείται αίτημα για προστασία. Δεν θα προστατεύει τους ανθρώπους από την απέλαση, από την αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση και τις υπόλοιπες αρνητικές συνέπειες για τα θεμελιώδη δικαιώματά τους.
Σε ό,τι αφορά τις λεγόμενες «ασφαλείς τρίτες χώρες», η Ελλάδα μπορεί επίσης να αποτελέσει προπομπό, καθώς η Ελλάδα ανακήρυξε την Τουρκία σε «ασφαλή τρίτη χώρα». Ποια είναι η εμπειρία σας με αυτό το θέμα;
Η έννοια της «ασφαλούς τρίτης χώρας» είναι ένα από τα βασικά στοιχεία της ολίσθησης του ελληνικού συστήματος ασύλου από το 2016 έως σήμερα. Είχαμε μια αυθαίρετη και συστηματική απόρριψη πλέον των δεκάδων χιλιάδων αιτήσεων ασύλου, χωρίς καμία αξιολόγηση του κατά πόσο οι άνθρωποι χρειάζονται προστασία, με βάση μονάχα την υπόθεση ότι η Τουρκία είναι μια χώρα στην οποία μπορούν να ζητήσουν προστασία. Χωρίς όμως αυτό να τεκμηριώνεται από στοιχεία. Έτσι, η μεταρρύθμιση του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου παίρνει αυτό το εξαιρετικά αρνητικό, εξαιρετικά επιζήμιο προηγούμενο και το μετατρέπει σε ενωσιακή νομοθεσία της μέσω μιας πολυδιάστατης επέκτασης της έννοιας της «ασφαλούς τρίτης χώρας». Σύμφωνα με την άποψη που προωθείται από τα κράτη μέλη, η ΕΕ θα μπορεί να χαρακτηρίζει ασφαλείς χώρες σε ενωσιακό επίπεδο, σε εθνικό επίπεδο ή ακόμη και να χρησιμοποιεί αυτή την έννοια χωρίς εθνικό ή ενωσιακό κατάλογο.
Στην πράξη, θα μπορούν να χαρακτηριστούν χώρες ως «ασφαλείς τρίτες χώρες», ακόμη και αν διώκουν τους πολίτες τους. Άρα χώρες που παράγουν οι ίδιες πρόσφυγες. Θα είναι δυνατόν να τις χαρακτηριστούν «ασφαλείς τρίτες χώρες», ακόμη και αν δεν παρέχουν στους πρόσφυγες καμία μορφή νομικού καθεστώτος, αρκεί μόνο να τους επιτρέπουν με κάποιο τρόπο να παραμένουν στο έδαφός τους.
Και η ΕΕ θα μπορεί να υποθέτει ότι κάποια χώρα είναι ασφαλής με μόνη βάση την ύπαρξη συμφωνίας με την χώρα αυτή, ότι παρέχει διπλωματικές εγγυήσεις και ότι θα μεταχειρίζεται τους ανθρώπους δίκαια και σύμφωνα με τα πρότυπα. Πρακτικά, αυτό θα διευκόλυνε τη χρήση της έννοιας της «ασφαλούς τρίτης χώρας» όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για πολλά άλλα κράτη μέλη που επιθυμούν να αποφύγουν τις ευθύνες τους για προστασία.
Θα μπορούσατε να δώσετε μερικά πρακτικά παραδείγματα για το τι θα μπορούσε να συμβεί σε αυτή την περίπτωση;
Κοιτάζοντας κάποια πρακτικά παραδείγματα που δεν είναι πολύ μακρινά και δεν απέχουν πολύ από τη δική μας εμπειρία, η Ελλάδα χαρακτηρίζει την Τουρκία ως «ασφαλή τρίτη χώρα», παρόλο που η Τουρκία δεν έχει κυρώσει τη Σύμβαση του 1951 για τους πρόσφυγες. Δεν τηρεί τα πρότυπα του διεθνούς προσφυγικού δικαίου και υπάρχουν επαρκώς τεκμηριωμένες, αξιόπιστες και έγκυρες εκθέσεις που επισημαίνουν συστημικές πλημμέλειες και παραβίαση των διεθνών κανόνων, με συστηματικές απελάσεις των Σύρων και των Αφγανών προσφύγων πίσω στις χώρες καταγωγής τους.
Η θέση που συνήθως προβάλλεται από τις ελληνικές αρχές είναι ότι ο Τούρκος ομόλογός τους, μέσω επιστολών προς την ΕΕ, έχει παράσχει διπλωματικές εγγυήσεις ότι οι άνθρωποι θα αντιμετωπίζονται σύμφωνα με τα πρότυπα, και έτσι αγνοούνται εντελώς όλα τα στοιχεία για το πώς πράγματι αντιμετωπίζονται οι άνθρωποι στο πεδίο.
Αυτό θα μπορούσε να ανοίξει την πόρτα για χώρες που όχι μόνο δεν τηρούν τη Σύμβαση για τους Πρόσφυγες, αλλά και δεν δίνουν κανενός είδους έγγραφα στους πρόσφυγες. Το Ιράν θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ζωντανό παράδειγμα για τους Αφγανούς πρόσφυγες, πολλοί από τους οποίους ζουν εκεί χωρίς, ωστόσο, να έχουν κανένα νομικό καθεστώς ή αναγνώριση από το κράτος.
Ποιες θα μπορούσαν να είναι για την Ελλάδα οι συνέπειες των αλλαγών στους κανόνες του Δουβλίνου, που παρέχουν μεγαλύτερες προθεσμίες; Διότι ίσως τότε οι απελάσεις από τη Γερμανία να γίνουν συχνότερες.
Νομίζω ότι ένα από τα βασικά ζητήματα που αποδεικνύουν ότι αυτή η μεταρρύθμιση διαστρεβλώνεται σε μεγάλο βαθμό διαρκώς είναι πράγματι η διατήρηση των κανόνων του Δουβλίνου. Ακούσαμε το 2020 ότι το σύστημα του Δουβλίνου έχει αποτύχει, ότι ήταν νεκρό και επρόκειτο να αντικατασταθεί από μια νέα προσέγγιση. Τελικά καταλήξαμε σε έναν εξαιρετικά περίπλοκο και δαιδαλώδη Κανονισμό που διατηρεί άθικτα όλα τα βασικά χαρακτηριστικά του Δουβλίνου.
Τα κράτη μέλη της πρώτης εισόδου, όπως η Ελλάδα, έχουν βαρύτερες ευθύνες. Για παράδειγμα, τα υπάρχοντα κριτήρια ευθύνης με βάση την παράτυπη είσοδο όχι μόνο διατηρούνται, αλλά ενισχύονται. Η χρονική περίοδος για την οποία μια χώρα φέρει την ευθύνη σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες είναι ένα έτος. Σύμφωνα με τους νέους κανόνες θα είναι δύο έτη. Θα είναι ευκολότερο για χώρες όπως η Γερμανία και άλλες να στέλνουν ανθρώπους πίσω σε χώρες όπως η Ελλάδα, ακόμη και αν η χώρα υποδοχής δεν έχει αποδεχθεί τη μεταφορά. Και οι προθεσμίες μεταφοράς είναι πολύ μεγαλύτερες, πιο παρατεταμένες για χώρες όπως η Γερμανία. Αυτό θα οδηγούσε σε περισσότερες επιστροφές σε μη ασφαλείς χώρες, αλλά επιπλέον θα συνέβαλε και στη διαρκή παραμονή σε ένα καθεστώς νομικού κενού για τους ανθρώπους που βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε ένα κράτος μέλος χωρίς να έχουν πραγματική πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου. Υπάρχουν αντίστοιχα, πολύ σοβαροί περιορισμοί και κατάργηση της προστασίας για ανθρώπους που αναγνωρίζονται σε άλλο κράτος μέλος, μια πραγματικότητα που είναι ολοφάνερη στη Γερμανία, η οποία χειρίζεται αρκετές δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες που έχουν προηγουμένως λάβει καθεστώς προστασίας στην Ελλάδα.
Μια χώρα όπως η Γερμανία θα μπορούσε να απορρίψει το αίτημα ασύλου αυτών των ανθρώπων χωρίς καν να τους πάρει συνέντευξη. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε άμεση απόρριψη και, στη συνέχεια, σε απόφαση επιστροφής στην πρώτη χώρα, παρόλο που, όπως έχουν δηλώσει τα γερμανικά δικαστήρια, η Ελλάδα δεν εγγυάται ανθρώπινη μεταχείριση για τους ανθρώπους αυτούς κατά την επιστροφή τους.
Η Ε.Ε. συζητά τον λεγόμενο «κανονισμό για την εργαλειοποίηση» και θέλει να τον συμπεριλάβει στο Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου. Τι θα μπορούσε να συμβεί;
Το κεφάλαιο της «εργαλειοποίησης» είναι εμφανώς εμπνευσμένο από την ελληνική εμπειρία. Πρόκειται για μια ιδέα που προβάλλεται συνεχώς στον ελληνικό δημόσιο λόγο. Θα χρησιμοποιηθεί ως βάση για τη διάλυση των ελάχιστων προδιαγραφών, καθώς θα υπάρχει άρνηση της πρόσβασης των ανθρώπων σε καθεστώς προστασίας. Με την τρέχουσα ένταση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, θα μπορούσαμε να φανταστούμε ένα σενάριο όπου κάθε άφιξη από την Τουρκία θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως απόπειρα «εργαλειοποίησης», ενεργοποιώντας έτσι μια ολόκληρη σειρά παρεκκλίσεων από τους κανόνες. Και πώς θα επηρέαζαν όλοι οι νέοι Κανονισμοί τη δυνατότητά σας να βοηθάτε τους πρόσφυγες; Οι επιπτώσεις που αναμένουμε από τη μεταρρύθμιση είναι συντριπτικά αρνητικές. Εάν περάσει αυτή η μεταρρύθμιση, η πρόσβαση σε ανθρώπους που χρειάζονται νομική υποστήριξη θα είναι πολύ πιο δύσκολη, ιδίως εάν τοποθετούνται μαζικά σε κλειστούς, δυσπρόσιτους και αδιαφανείς χώρους κράτησης. Και οι κανόνες που θα πρέπει να αντιπαλεύουμε θα είναι εξαιρετικά περίπλοκοι και δυσλειτουργικοί.