Scroll Top

Μεταρρύθμιση Σένγκεν: Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποδομεί και τις στοιχειώδεις εγγυήσεις του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου προτείνοντας ανεπίτρεπτες εκτροπές για το κράτος δικαίου

Μεταρρύθμιση Σένγκεν: Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποδομεί και τις στοιχειώδεις εγγυήσεις του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου προτείνοντας ανεπίτρεπτες εκτροπές για το κράτος δικαίου

Στις 14 Δεκεμβρίου 2021, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε νομοθετικές προτάσεις για την τροποποίηση του Κώδικα Συνόρων Σένγκεν και για την αντιμετώπιση της λεγόμενης «εργαλειοποίησης» στον τομέα της μετανάστευσης και του ασύλου. Αυτό συμβαίνει δύο μήνες μετά το αίτημα 12 κρατών μελών, μεταξύ των οποίων Ελλάδα, Κύπρος, Ουγγαρία, Πολωνία, Λιθουανία και Λετονία, για την «προσαρμογή του ενωσιακού δικαίου στα νέα δεδομένα» και τη συνακόλουθη απεύθυνση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προς την Επιτροπή για τη λήψη νομοθετικών μέτρων.

Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) δημοσιεύει σήμερα τις αναλυτικές παρατηρήσεις της επί των ανωτέρω νομοθετικών προτάσεων:

Οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιχειρούν μία ανεπίτρεπτη αποδόμηση του ήδη προβληματικού Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου, δια της νομοθέτησης αναιτιολόγητων και παράνομων διατάξεων που επιτρέπουν ουσιαστικά στα κράτη μέλη να παρεκκλίνουν από τις διεθνείς υποχρεώσεις τους. Συγκεκριμένα:

  1. Οι προτάσεις ενσωματώνουν, στην ουσία, τις σοβαρές, συστηματικές και αναλυτικά καταγεγραμμένες παραβιάσεις του ενωσιακού δικαίου από ορισμένα κράτη μέλη, και ενώ μέχρι σήμερα η Επιτροπή αρνείται να τις καταγγείλει μέσω της κίνησης διαδικασιών επί παραβάσει. Ωστόσο, η τακτική της θεσμοθέτησης της «παρανομίας του σήμερα» ως «νόμου του αύριο» από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι άκρως επικίνδυνη και πλήρως ασυμβίβαστη με τις επιταγές του κράτους δικαίου και των διεθνών υποχρεώσεων για την προστασία των προσφύγων. Τα κράτη μέλη που παραβιάζουν συστηματικά το ενωσιακό δίκαιο όχι μόνο επωφελούνται της έλλειψης κυρώσεων και συνεπειών από τους αρμόδιους θεσμούς της ΕΕ, αλλά δηλώνουν ανοιχτά πρακτικές και πρωτοβουλίες αποτροπής των προσφυγικών ροών που έρχονται σε αντίθεση με την αρχή της μη επαναπροώθησης και θέτουν σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές. Διαψεύδεται, δε, έως σήμερα το δόγμα της Επιτροπής, κατά το οποίο οι κυβερνήσεις που παραβιάζουν θεμελιώδεις κανόνες δικαίου θα είναι υποχρεωμένες να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις τους εάν τροποποιηθεί το νομικό πλαίσιο.
    Εμβληματική θέση «παραβάτη» εξακολουθεί να κατέχει η Ελλάδα, ενώ οι νομοθετικές προτάσεις αντλούν έμπνευση από τις προβληματικότερες πτυχές της εθνικής μας πρακτικής στο άσυλο. Η αναπαραγωγή της παρακαταθήκης πέντε ετών εφαρμογής της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας επιχειρείται μέσω διατάξεων για την εφαρμογή της διαδικασίας συνόρων στο σύνολο των υποθέσεων ασύλου και για τη γενικευμένη παρέκκλιση από τις διαδικασίες της Οδηγίας επιστροφών. Το, δε, πρωτοφανές παράνομο προηγούμενο της αναστολής της διαδικασίας ασύλου δυνάμει Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) τον Μάρτιο του 2020, καθώς και οι αντίστοιχες παράνομες πρακτικές που ακολουθήθηκαν προσφάτως από την Πολωνία και άλλα κράτη, εισάγονται ως «έκτακτα μέτρα» εμμέως πλην σαφώς, με διατάξεις περί καθυστέρησης της καταγραφής των αιτήσεων ασύλου για διάστημα τεσσάρων εβδομάδων.
  2. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνεχίζει σταθερά την τακτική της κακής νομοθέτησης, εμμένοντας στη μη συμμόρφωσή της με τις υποχρεώσεις εκ του ισχύοντος κεκτημένου και προσχωρώντας σε επικίνδυνες ρητορικές αποκλεισμού από την προστασία και στρατιωτικοποίησης του προσφυγικού. Περαιτέρω, η Επιτροπή αναιρεί  θέσεις τις οποίες η ίδια έχει υποστηρίξει στην πρόσφατη υπόθεση C-808/18 Επιτροπή κατά Ουγγαρίας σχετικά με την επάρκεια και καταλληλότητα των εν ισχύ Ευρωπαϊκών Οδηγιών για την αντιμετώπιση των καταστάσεων πίεσης που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν τα κράτη μέλη.
  3. Σε συνέχεια της δέσμης νομοθετικών προτάσεων του Νέου Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, οι νέες προτεινόμενες ρυθμίσεις σηματοδοτούν εκ νέου την οπισθοχώρηση του ενωσιακού κεκτημένου υπέρ της κρατικής διακριτικής ευχέρειας και πρωτοβουλίας, με πλήρως ακατάλληλη χρήση των Κανονισμών άμεσης εφαρμογής. Οι προτάσεις αντιστρατεύονται τον σκοπό της οικοδόμησης μίας κοινής πολιτικής που σέβεται τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και του πυρήνα του διεθνούς δικαίου για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου, αλλά και της ίδιας της εναρμόνισης των συστημάτων ασύλου της ΕΕ, εντείνοντας, δε, την ανασφάλεια δικαίου για τους πρόσφυγες και για τις διοικητικές αρχές.

Για τους λόγους αυτούς, η RSA κρίνει απαραίτητη την:

  • Άμεση απόρριψη των νομοθετικών προτάσεων στο σύνολο τους από τους ενωσιακούς συννομοθέτες και απόσυρση αυτών από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
  • Αξιολόγηση της λειτουργίας του ισχύοντος ενωσιακού κεκτημένου για το άσυλο,  σύμφωνα με τις υποχρεώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά τα οριζόμενα στα εν λόγω νομοθετήματα.
  • Κίνηση διαδικασιών επί παραβάσει από την Επιτροπή κατά της Ελλάδας και άλλων κρατών μελών για παραβιάσεις του ενωσιακού δικαίου για το άσυλο.
  • Παροχή υποστήριξης στα συστήματα ασύλου που τελούν υπό πίεση με έμπρακτα και αποτελεσματικά μέτρα, όπως η μετεγκατάσταση αιτούντων άσυλο και προσφύγων, με γνώμονα τον επιμερισμό της ευθύνης μεταξύ κρατών μελών

Εγγραφή στο Newsletter

* απαιτούμενο
Γλώσσα

Intuit Mailchimp