Οι νομικές και πολιτικές εξελίξεις στο ελληνικό σύστημα ασύλου τον τελευταίο χρόνο είχαν σημαντικό αντίκτυπο στην απόλαυση δικαιωμάτων που συνδέονται με το καθεστώς διεθνούς προστασίας για τους δικαιούχους. Σύμφωνα με το τροποποιημένο Άρθρο 114 Ν 4636/2019,[1] οι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας στην Ελλάδα σταματούν να απολαμβάνουν υλικές συνθήκες υποδοχής σε μορφή χρηματικού ποσού και σε είδος αμέσως μετά την έκδοση θετικής απόφασης επί του αιτήματος ασύλου τους. Κατά κανόνα, έχουν 30 μέρες προθεσμία να εγκαταλείψουν τις δομές φιλοξενίας. Υπό αυτό το πρίσμα, το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου έχει ανακοινώσει ότι όλα τα άτομα, στα οποία έχει επιδοθεί απόφαση παροχής διεθνούς προστασίας πριν την 1η Μαίου 2020, πρέπει να αποχωρήσουν από τον χώρο διαμονής τους έως την 1η Ιουνίου 2020.[2] Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και η κοινωνία των πολιτών έχουν εκφράσει έντονη ανησυχία κατά αυτών των μέτρων, υποστηρίζοντας ότι η διακοπή στήριξης σε δικαιούχους διεθνούς προστασίας θα εκθέσει άτομα σε αστεγία, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη το υπόβαθρο της πανδημίας του κορωνοϊού.
Την 29η Μαϊου 2020, το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου αναγνώρισε την ανάγκη αναθεώρησης του προγράμματος HELIOS και της καλύτερης σύνδεσης των δικαιούχων καθεστώτος με τις αρμόδιες αρχές για την εργασία (ΟΑΕΔ) και την κοινωνική πρόνοια (ΟΠΕΚΑ),[3] χωρίς ωστόσο να επανεξετάσει τις επερχόμενες εξώσεις από τις δομές υποδοχής ή να εισαγάγει αποτελεσματικά μέτρα ενσωμάτωσης για τους δικαιούχους διεθνούς προστασίας. Κατά συνέπεια, από την 1η Ιουνίου 2020, οι αρχές θα προχωρήσουν σταδιακά στην έξωση 11.237 ατόμων από τα διαμερίσματα του προγράμματος ESTIA, Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, καταυλισμούς και ξενοδοχεία,στα οποία διέμεναν αρχικά οι δικαιούχοι ως αιτούντες άσυλο. Σε αυτά τα άτομα συμπεριλαμβάνονται ευάλωτες ομάδες όπως μονογονεϊκές οικογένειες και άτομα που πάσχουν από χρόνιες ασθένειες.
Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) και η PRO ASYL υπογραμμίζουν ότι, κάτω από τις παρούσες συνθήκες, χιλιάδες άνθρωποι κινδυνεύουν να μείνουν άστεγοι χωρίς καμία προοπτική υποστήριξης εξαιτίας της έλλειψης ενός αποτελεσματικού προγράμματος ενσωμάτωσης και των χρόνιων και συστηματικών εμποδίων και διακρίσεων κατά των προσφύγων όσον αφορά την πρόσβασή τους σε βασικά κοινωνικά δικαιώματα. Επιπρόσθετα, η τωρινή πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης μετακινείται από μία ήδη περιορισμένη και αναποτελεσματική υποστήριξη ενσωμάτωσης προς την απαίτηση άμεσης αυτονομίας και αυτάρκειας των ατόμων στα οποία χορηγείται διεθνής προστασία. Όπως αναφέρθηκε από τον Υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου τον Απρίλιο του 2020, οι άνθρωποι που έχουν λάβει καθεστώς προστασίας στην Ελλάδα «είναι υποχρεωμένοι από εκεί και πέρα να φροντίσουν τα του εαυτού τους, όπως κάνει ο κάθε πολίτης».[4]
H RSA και η PRO ASYL υπενθυμίζουν ότι οι ελληνικές αρχές πρέπει να διασφαλίσουν στους δικαιούχους πρόσβαση στα κοινωνικά δικαιώματα, η οποία είναι αποτελεσματική όχι μόνο στην θεωρία αλλά και στην πράξη, καθώς και να λάβουν οποιοδήποτε απαραίτητο μέτρο ώστε να τους προστατεύσουν από την αστεγία και την ένδεια.
H RSA και η PRO ASYL υπενθυμίζουν στις ελληνικές αρχές ότι οι 11.237 δικαιούχοι που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο ένδειας προστίθενται σε αυτούς που δεν είχαν ποτέ επωφεληθεί από υλικές συνθήκες υποδοχής ή που είχαν σταματήσει να τους παρέχονται, και οι οποίοι βρίσκονται σε κίνδυνο ένδειας και ζουν ανεπίσημα σε καταυλισμούς ή έχουν καταφύγει σε ακατάλληλες λύσεις στέγασης χωρίς απολεσματική προστασία ακόμη κι όταν είναι ευάλωτοι.
Δεδομένης της έλλειψης εγγύησης μίας αποτελεσματικής πολιτικής ένταξης η οποία να εγγυάται πραγματική πρόσβαση στα δικαιώματα, τα σοβαρά διοικητικά εμπόδια και η διαφοροποιημένη μεταχείριση των δικαιούχων διεθνούς προστασίας τούς εμποδίζουν από το να απολαμβάνουν ισότιμη μεταχείριση με τους Έλληνες υπηκόους. Περαιτέρω, σοβαρά κενά στο ελληνικό σύστημα κοινωνικής προστασίας, συνδυαζόμενα με τον αντίκτυπο των μέτρων λιτότητας και υψηλών ποσοστών ανεργίας, κάνουν ακόμη πιο δυσχερή την απόλαυση των δικαιωμάτων για τους δικαιούχους.
Η RSA και η PRO ASYL έχουν επίσης παρακολουθήσει υποθέσεις δικαιούχων που έχουν επιστραφεί από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και ζουν άστεγοι στην Αθήνα χωρίς καμία προοπτική υποστήριξης και κοινωνικής πρόνοιας. Σήμερα, η RSA και η PRO ASYL κατέθεσαν παρέμβαση τρίτου (third party intervention) στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην υπόθεση Darwesh κατά Ελλάδας και Ολλανδίας.[5] Η υπόθεση αυτή αφορά μία οικογένεια Σύρων που αναγνωρίσθηκε το 2017 και βρίσκεται σε κίνδυνο επιστροφής στην Ελλάδα κατά παράβαση του Άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Στην παρέμβασή τους, η RSA και η PRO ASYL ανέλυσαν την υπάρχουσα πρακτική και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας στους τομείς της στέγασης, εργασίας, κοινωνικής πρόνοιας και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, συμπεριλαμβανόμενης και της οπτικής των ατόμων που έχουν επιστραφεί από άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Κατά την διάρκεια του 2019, η Ελλάδα έλαβε 1.714 αιτήματα επανεισδοχής και πραγματοποιήθηκαν 286 επανεισδοχές δικαιούχων διεθνούς προστασίας. Ανάμεσά τους ήταν και 26 οικογένειες. Κατά τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2020, οι επανεισδοχές συνεχίσθηκαν με παρόμοιους ρυθμούς, με 585 αιτήματα και 42 επανεισδοχές. Ανάμεσά τους ήταν και 2 οικογένειες.[6] Πέρα από αυτούς τους αριθμούς, ένας άγνωστος αριθμός δικαιούχων διεθνούς προστασίας έχει επιστρέψει εθελούσια στην Ελλάδα αφού έχει λάβει διαταγή από άλλα κράτη να εγκαταλείψει τη χώρα.
Η RSA και η PRO ASYL υπενθυμίζουν ότι η ευθύνη για την προστασία των προσφύγων από μεταχείριση αντίθετη με το Άρθρο 3 ΕΣΔΑ και το Άρθρο 4 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν βαρύνει μόνο την Ελλάδα αλλά και άλλες χώρες οι οποίες πραγματοποιούν επανεισδοχές δικαιούχων διεθνούς προστασίας στην Ελλάδα. Στο υπάρχον πλαίσιο, τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Χώρου Σένγκεν πρέπει να αναστείλουν τις επανεισδοχές δικαιούχων διεθνούς προστασίας στην Ελλάδα.
Σημειώσεις
- Άρθρο 114, παρ. 1 Ν 4636/2019, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 111 Ν 4674/2020. ↑
- Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, «Παροχή διευκρινίσεων ως προς τις προθεσμίες αποχώρησης από τις θέσεις στέγασης και τις δομές υποδοχής και φιλοξενίας», Αρ. Πρ. 132, 22 Μαΐου 2020, στα αρχεία της οργάνωσης. ↑
- Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, «Αποχώρηση αναγνωρισμένων προσφύγων και μη δικαιούχων ασύλου από το ελληνικό σύστημα υποδοχής», 29 Μαΐου 2020, διαθέσιμο στο: . ↑
- Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, «Μείωση των δομών το 2020, με επιτάχυνση των διαδικασιών ασύλου και επιστροφών», 25 Απριλίου 2020, διαθέσιμο στο: . ↑
- Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Kurdestan Darwesh και άλλοι κατά Ελλάδας και Ολλανδίας, App No 52334/19, Κοινοποίηση στις 29 Ιανουαρίου 2020, διαθέσιμο στο: . ↑
- Η πλειονότητα των αιτήμάτων επανεισδοχής την περίοδο του Ιανουαρίου 2019 – Aπριλίου 2020 έχουν κατατεθεί από την Γερμανία (1.277), ακολουθούμενη από την Ελβετία (255) και την Ολλανδία (229). Στοιχεία από τη Μονάδα Επανεισδοχών της Διεύθυνσης Διαχείρησης Μετανάστευσης του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας, 11 Μαΐου 2020. ↑